Παρθενόπης

Παρθενόπης
Παρθενόπη
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Parthenope (Mythologie) — Parthenope (griechisch Παρθενόπης) ist in der griechischen Mythologie eine der Sirenen. Inhaltsverzeichnis 1 Geschichte 2 Siehe auch 3 Literatur 4 …   Deutsch Wikipedia

  • Parthenope (sirene) — Parthénope (sirène) Pour les articles homonymes, voir Parthénope. Dans la mythologie grecque, Parthénope (en grec ancien Παρθενόπης / Parthenópês, de παρθένος / parthénos, « jeune fille », en particulier « vierge ») est une… …   Wikipédia en Français

  • Parthénope (sirène) — Pour les articles homonymes, voir Parthénope. Dans la mythologie grecque, Parthénope (en grec ancien Παρθενόπης / Parthenópês, de παρθένος / parthénos, « jeune fille », en particulier « vierge ») est une des sirènes. Selon la… …   Wikipédia en Français

  • PARTHENOPE — I. PARTHENOPE insula parva maris Tyrrheni quibusdam Ventotiene, cum alia minore adiacente, versus Sinum Formianum, 20. milliar. a Caieta in Meridiem, 12. ab Aenaria insula in Ortum. II. PARTHENOPE una Sirenum, quae prae dolore, quod praetereuntem …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • φάλαρος — α, ον, και φαλαρός, ά, όν, και ιων. τ. φάληρος, ον, Α (δωρ. τ.) 1. αυτός που είναι ολόκληρος ή σε ένα σημείο του λευκός («κύων ὁ φάλαρος», Θεόκρ.) 2. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Φάλαρος α) όνομα κριού β) μυθ. γιος τού Άλκωνος και εγγονός τού… …   Dictionary of Greek

  • Αλταβίλα, Πασκουάλε — (Νάπολη 1806 – 1872). Ιταλός ηθοποιός και δραματικός συγγραφέας. Για αρκετό χρονικό διάστημα έπαιζε στο θέατρο του Σαν Καρλίνο και από το 1864 εμφανίστηκε στη σκηνή διαφόρων άλλων ναπολιτάνικων θεάτρων, όπως του Σεβέτο, της Παρθενόπης, της… …   Dictionary of Greek

  • Θράκη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ότι ήταν κόρη του Ωκεανού και της Παρθενόπης, αδελφή της Ευρώπης. Η Θ. ονομαζόταν Τιτανίς από τον Στέφανο τον Βυζάντιο, ο οποίος απέδιδε την καταγωγή της στον Ωκεανό. Σύμφωνα με τη μυθολογία, απέκτησε τον Βίθυ από …   Dictionary of Greek

  • Λυκομήδης — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Απόλλωνα και της Παρθενόπης, η οποία ήταν κόρη του Αγκαίου, βασιλιά της Σάμου. 2. Γιος του Κρέοντα. Καταγόταν από την Κρήτη και διέπρεψε στον Τρωικό πόλεμο. 3. Γιος του Ηρακλή και της Ομφάλης. Θεωρείται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”